
Άρης Ίκκος
Επιστημονικός Διευθυντής του ΙΝΣΕΤΕ(Ινστιτούτο Συνδέσμου Ελληνικών Τουριστικών Επιχειρήσεων)
Η έννοια της βιωματικής εμπειρίας και της εξοικείωσης με τις τοπικές τέχνες είναι κάτι που ενδιαφέρει το σύγχρονο τουρίστα

Ο κύριος Άρης Ίκκος είναι Επιστημονικός Διευθυντής του ερευνητικού Ινστιτούτου του ΣΕΤΕ (Συνδέσμου Ελληνικών Τουριστικών Επιχειρήσεων). Το ΙΝΣΕΤΕ είναι μία Αστική Μη Κερδοσκοπική Εταιρεία, που ιδρύθηκε στις αρχές του 2013 με πρωτοβουλία του ΣΕΤΕ, και είναι υπεύθυνο για την παραγωγή και ανάλυση στοιχείων, καθώς και τη δημιουργία προτύπων ποιότητας και σύγχρονων εκπαιδευτικών προγραμμάτων.
Ο κύριος Άρης Ίκκος δραστηριοποιείται στο χώρο του τουρισμού στην Ελλάδα και την Κύπρο από τα τέλη της δεκαετίας του 1980 και στο ΙΝΣΕΤΕ είναι υπεύθυνος για το μελετητικό έργο του Ινστιτούτου ενώ παράλληλα αναπτύσσει το SETEIntelligence, μια μονάδα επιχειρηματικής πληροφόρησης για τον ελληνικό τουρισμό. Η εμπειρία του περιλαμβάνει κάθε μορφής τουριστική επένδυση: ξενοδοχεία, resorts, μαρίνες, συνεδριακά κέντρα, καζίνο, spas, θεματικά πάρκα, καθώς επίσης και projects Περιφερειακού και Εθνικού Τουριστικού Σχεδιασμού.
Ταυτόχρονα, είναι μέλος του International Society of Hospitality Consultants, που αριθμεί περίπου 200 μέλη σε όλον τον κόσμο, ενώ έχει διατελέσει και ως μέλος της Academy of Experts, που είναι ταυτόχρονα Φορέας Πιστοποίησης (Accrediting Body) και Επαγγελματικό Σωματείο (Professional Body).
Συνομιλήσαμε μαζί του θέτοντας στο μικροσκόπιο τα μικρά και μεγάλα ζητήματα του τουρισμού και τη σύνδεσή τους με τον κλάδο της αργυροχρυσοχοΐας και ο ίδιος μοιράστηκε μαζί μας πολύ ενδιαφέρουσες ιδέες για τον τρόπο που ένα τουριστικό προϊόν, όπως το κόσμημα, μπορεί να γίνει πιο προσιτό και ελκυστικό σε μεγαλύτερη γκάμα καταναλωτών.
Συνέντευξη στην Κατερίνα Σπανούδη
Κύριε Ίκκο ασχολείστε με τον τομέα του τουρισμού για πάνω από 3 δεκαετίες. Τι έχετε να πείτε για την εξέλιξη του στη χώρα μας όλα αυτά τα χρόνια;
Ο τουρισμός στην Ελλάδα έχει μεγαλώσει πάρα πολύ τα τελευταία χρόνια και ιδίως μετά την κρίση του 2010 και της δεκαετίας αυτής, έχει γίνει στο μεγαλύτερο μέρος του (πάνω από 90%) εξαγωγικός τομέας. Τα επαγγελματικά στελέχη και οι σοβαρές επιχειρήσεις που δραστηριοποιούνται σε αυτόν τον κλάδο έχουν αυξηθεί σημαντικά και ειδικά για κάποια νησιά και κάποιες πιο απομονωμένες ορεινές περιοχές ο τουρισμός έχει ζωτικό χαρακτήρα, καθώς οι οικονομίες τους χωρίς αυτόν θα κατέρρεαν. Ακόμη, έχει συμβάλλει αισθητά τα τελευταία χρόνια σε ένα πολύ καλό επίπεδο ζωής, για όλες εκείνες τις περιοχές που χωρίς τον τουρισμό δε θα βρίσκονταν εδώ που είναι σήμερα.
Από την άλλη, βλέπουμε ότι πλέον δημιουργούνται πιέσεις στο περιβάλλον και τις υποδομές, οι οποίες είναι υποχρέωση της Πολιτείας να ελεγχθούν και να ρυθμιστούν μέσω αναγκαίων περιορισμών και επενδύσεων, ώστε να υπάρχει μια ισορροπία και μια ανάπτυξη, η οποία δε θα καταστρέφει αυτό στο οποίο βασίζεται.
Ποιες διαφορές παρατηρείτε στην πορεία του τουριστικού τομέα μετά την ίδρυση του ΙΝΣΕΤΕ; Μπορείτε να μας σκιαγραφήσετε «το πριν» και «το μετά»;
Πριν ιδρυθεί το ΙΝΣΕΤΕ έλειπε από τον κλάδο η έγκυρη και έγκαιρη ενημέρωση, η εύκολη πρόσβαση στις πληροφορίες σχετικά με τον τουρισμό αλλά και η μελέτη και ανάλυση διάφορων φαινομένων, για την καλύτερη κατανόηση τους και την προώθηση ώριμων προτάσεων. Επίσης έλειπε η εκπαίδευση, είτε των διευθυντικών στελεχών είτε των ανθρώπων πρώτης γραμμής (όπως ρεσεψιονιστ ή house keepers), η οποία πλέον οργανώνεται με πολύ σύγχρονα σεμινάρια που αγγίζουν πληρότητα συμμετεχόντων στο 100% και βαθμολογούνται από τους ίδιους με άριστα, μόλις ολοκληρωθούν. Τέλος, μέσω του ΙΝΣΕΤΕ οργανώνονται διάφορα συγχρηματοδοτούμενα από την Ευρωπαϊκή Ένωση προγράμματα προσωρινής απασχόλησης για να βοηθηθούν άνεργοι ή νέοι που έχουν δυσκολία ένταξης στην αγορά εργασίας και περίπου το 35% βρίσκει στη συνέχεια μία μόνιμη δουλειά.
Παρ’ όλα αυτά, δεν μπορούμε σε καμία περίπτωση να ισχυριστούμε ότι η ανάπτυξη του τουρισμού οφείλεται στις δραστηριότητες του ΙΝΣΕΤΕ. Σίγουρα όμως η ύπαρξή του είναι ένας σημαντικός αρωγός μέσα από τις πληροφορίες που δίνει και την εκπαίδευση που κάνει, έτσι ώστε να βελτιωθεί η ποιότητα των παρεχόμενων υπηρεσιών και να είναι πιο ευαισθητοποιημένοι οι επιχειρηματίες σχετικά με το τι συμβαίνει στην παγκόσμια αγορά προκειμένου να μπορούν να ανταπεξέλθουν με τον ανταγωνισμό καλύτερα.
Ποιες είναι οι μεγαλύτερες δυσκολίες που έχετε να αντιμετωπίσετε στο έργο σας;
Νομίζω η μεγαλύτερη δυσκολία που αντιμετωπίζουμε ως ινστιτούτο είναι η ανεύρεση πηγών με αξιόπιστες πληροφορίες και με μια συνεχή ροή. Πολλές φορές μας έχει τύχει να συνεργαζόμαστε με έναν πάροχο και μέσα σε ένα ή δύο χρόνια να διακόψει τη συνεργασία, με αποτέλεσμα όλη η δουλειά που έχουμε κάνει για να στήσουμε τα στοιχεία να πάει χαμένη. Από εκεί και πέρα ένα άλλο θέμα είναι το έργο μας να έχει όσο το δυνατόν μεγαλύτερη απήχηση. Κάπου βρίσκει, κάπου δε βρίσκει, αλλά αυτό φαντάζομαι ισχύει παντού.

Ποια θεωρείτε ότι είναι τα χαρακτηριστικά που καθιστούν την Ελλάδα ένα δημοφιλή τουριστικό προορισμό;
Τα 5 βασικά χαρακτηριστικά τα οποία καθιστούν την Ελλάδα έναν ελκυστικό προορισμό είναι η φιλικότητα, η εγγενής φιλοξενία που διαθέτουμε ως λαός, οι καλές υποδομές καταλυμάτων, η αίσθηση ασφάλειας, η γαστρονομία και η φύση.
Στον αντίποδα, τα προβλήματα έχουν να κάνουν με την ευρύτερη κατάσταση των πόλεων, που είναι ακατάστατες, βρώμικες, με έλλειψη καλής σήμανσης και ούτω καθεξής. Επίσης βλέπουμε ότι λείπει ένα μεγάλο ή καλό μείγμα βιωματικών εμπειριών - νομίζω είναι καλύτερος όρος, που να κρατάει τους επισκέπτες απασχολημένους.
Για παράδειγμα, σχετικά με το κόσμημα ως τουριστικό προϊόν, θα μπορούσαν να προωθηθούν εμπειρίες του τύπου να συμμετέχουν οι επισκέπτες στην κατασκευή ενός κοσμήματος ή να επισκεφτούν πρότυπα διαδραστικά εργαστήρια αργυροχρυσοχοΐας.
Η έννοια της βιωματικής εμπειρίας και της εξοικείωσης με τις τοπικές τέχνες είναι κάτι που ενδιαφέρει το σύγχρονο τουρίστα.
Έτσι, μία πολιτική η οποία θα προωθεί τον πλούτο της εμπειρίας που υπάρχει στον ελληνικό χώρο για τις διάφορες τέχνες όπως το κόσμημα, η αγγειοπλαστική και η υφαντουργία εμπλουτίζει το τουριστικό προϊόν και το υποστηρίζει.
Ως χώρα διαθέτουμε μια παράδοση 6000 ετών στην Αργυροχρυσοχοΐα. Θα μπορούσαν να γίνουν ορισμένες δράσεις που να εξισώσουν το κόσμημα με τη γαστρονομία, τα μνημεία και τα υπόλοιπα τουριστικά αγαθά που διαθέτουμε; Αν ναι, ποιες θα λέγατε ότι είναι αυτές;
Από ό, τι ξέρω, χωρίς να έχω μεγάλη γνώση του θέματος, η Ελλάδα είναι γνωστή για το κόσμημα. Ωστόσο, όταν πρόκειται για υψηλής ποιότητας κοσμήματα με πολύτιμα μέταλλα και πέτρες, αυτά απευθύνονται σε μία συγκεκριμένη πελατεία που ξοδεύει πολλά και πιθανολογώ ότι σε αυτό το επίπεδο υπάρχει μια κίνηση. Καθώς όμως ο πολύς κόσμος ψάχνει κάτι φθηνότερο, νομίζω ότι θα μπορούσε να γίνει μία προσπάθεια και εκ μέρους του κλάδου να προωθηθεί στη συγκεκριμένη αγορά.
Από την άλλη, καθώς παρατηρούμε ότι το ενδιαφέρον του κόσμου για βιωματικές εμπειρίες και τους ανθρώπους πίσω από αυτές αυξάνεται διαρκώς, θεωρώ πως αν – όπως προανέφερα - δημιουργούνταν δράσεις σχετικά με την κατασκευή ή την παρακολούθηση της κατασκευής κοσμημάτων, θα ανέβαινε το ποσοστό των ενδιαφερομένων και συνάμα των αγορών.
Αξίζει εδώ να επισημανθεί ότι αυτό που αναζητούν οι σύγχρονοι ταξιδιώτες είναι αυθεντικότητα.
Το ενδιαφέρον για τα crafts αποτελεί μια μοναδική ευκαιρία οι επισκέπτες να εξερευνήσουν την άυλη πολιτιστική κληρονομιά του προορισμού. Μέσα από αυτές τις ιστορίες, οι επισκέπτες ανακαλύπτουν τους ανθρώπους που κρατούν ζωντανές τις παραδοσιακές τέχνες, συνδέονται με την ιστορία και την παράδοσης των τόπων και τους αντιλαμβάνονται ως έναν ζωντανό πολιτιστικό κόμβο που σέβεται το παρελθόν της ενώ ταυτόχρονα αγκαλιάζει τις σύγχρονες τάσεις.
Ενδεικτικά, στην πράξη τα παραδοσιακά εργαστήρια αργυροχρυσοχοΐας δεν αρκεί απλώς να υπάρχουν ως πόρος. Πρέπει να μετατραπούν σε εμπειρίες μέσα από τη σύνδεση και τη συνεργασία μεταξύ τους στο πλαίσιο μιας πολιτιστικής διαδρομής για να προσφέρουν στον επισκέπτη μια αυθεντική εμπειρία.
Όσον αφορά την Πολιτεία, θα μπορούσε τη κοσμηματοποιΐα ως μια τέχνη η οποία έχει ανθίσει στην Ελλάδα, στο πλαίσιο μιας ευρύτερης καμπάνιας, που θα συμπεριλαμβάνει και την υφαντουργία, τη δημιουργία πραγμάτων με πηλό, την αγγειοπλαστική και ούτω καθεξής. Μέσα σε ένα τέτοιο πλαίσιο, που θα ήταν πολύ χρήσιμο, θα μπορούσε να προωθήσει και την παράδοση που έχουμε στην αργυροχρυσοχοΐα, κάτι που αφενός θα προσέλκυε ένα ειδικευμένο κοινό, και αφετέρου θα αύξανε τη δαπάνη του κόσμου σε τέτοια προϊόντα.
Λαμβάνοντας υπόψιν ότι η τουριστική βιομηχανία δεν απαρτίζεται μόνο από καταλύματα και τουριστικά γραφεία, τι ορίζει μία οικονομικά πετυχημένη τουριστική σεζόν;
Το βασικό είναι ότι πρέπει να σκεφτόμαστε ως πυρήνα της τουριστικής δραστηριότητας τον προορισμό. Διότι λίγοι διαλέγουν το πού θα πάνε με βάση το ξενοδοχείο. Επομένως η κύρια μονάδα τουριστικού ενδιαφέροντος είναι ο προορισμός και αυτό που είναι σημαντικό είναι ότι αν ο προορισμός είναι πετυχημένος θα’ ναι και οι επιχειρήσεις πετυχημένες από πίσω.
Άρα χρειάζεται οι τοπικές αρχές, είτε είναι ο δήμος είτε είναι η περιφέρεια, να φροντίζουν να συνθέτουν τα τουριστικά τους προϊόντα. Δηλαδή δεν αρκεί να έχεις μία παραλία εδώ κι ένα αρχαιολογικό μνημείο πιο πέρα και μία ωραία περιοχή λίγο παρακάτω. Όλα αυτά πρέπει να μπορείς κάπως να τα πακετάρεις σε μια όμορφη διαδρομή, σε ένα ωραίο προϊόν, ώστε να γίνει ελκυστικό και στη συνέχεια να το φροντίζεις, να το περιποιείσαι και να το αναπτύσσεις. Αυτό είναι που φέρνει την επιτυχία.
Και επιτυχία σημαίνει αφενός οι επιχειρήσεις να είναι κερδοφόρες και οι εργαζόμενοι να αμείβονται καλά διατηρώντας μία ζωντανή κοινότητα, κι αφετέρου αυτά να γίνονται με έναν τρόπο φιλικό προς το περιβάλλον, έτσι ώστε και οι επόμενες γενιές να μπορούν να συνεχίσουν αυτή τη δουλειά το ίδιο αποτελεσματικά και προς όφελος όλων.
Υπάρχουν πράγματα που θα μπορούσαμε να κάνουμε για να προσελκύσουμε «ποιοτικούς» επισκέπτες; Τι θα μπορούσε να γίνει από την πλευρά της πολιτείας αλλά και από τον κάθε επαγγελματία ξεχωριστά;
Ένα ζήτημα είναι το πώς ορίζει κανείς τους «ποιοτικούς» επισκέπτες. Αν τους ορίσουμε ως επισκέπτες σχετικά υψηλής δαπάνης, ούτως ή άλλως στην Ελλάδα δεν προσελκύουμε αυτούς που θέλουν να ξοδέψουν πολύ λίγα, καθώς είμαστε μια αγορά σε μεγαλύτερη απόσταση από το κέντρο της Ευρώπης από ό, τι είναι η Ισπανία και η Πορτογαλία, άρα τα αεροπορικά εισιτήρια είναι πιο ακριβά για να έρθει κανείς εδώ. Επιπλέον, είμαστε μικρότερη χώρα σε σχέση με την Ισπανία άρα υπάρχουν λιγότερες συνδέσεις και ίσως ακριβότερες.
Επομένως, ένα κάπως υψηλό μπάτζετ είναι συνήθως προϋπόθεση. Ωστόσο, για να προσελκύσουμε ανθρώπους οι οποίοι έχουν ενδιαφέροντα, πρέπει να φροντίσουμε τους προορισμούς και να φροντίσουμε να υπάρχουν δραστηριότητες οι οποίες θα είναι προσιτές και γνωστές και θα παρουσιάζουν κάποιο ενδιαφέρον.
Τον προορισμό δεν μπορεί να τον φτιάξει κανένας επιχειρηματίας μόνος του, χρειάζεται κάποιον κεντρικό συντονισμό από το δήμο ή την περιφέρεια. Τα πετυχημένα παραδείγματα που έχουμε βασίζονται σε συνεργασία του δημόσιου και του ιδιωτικού τομέα, όπου υπάρχει κάποιος φορέας διαχείρισης του προορισμού, ο οποίος αναλαμβάνει να τον φτιάξει και στη συνέχεια να τον προωθήσει στην αγορά.
Στο ΙΝΣΕΤΕ ασχολείστε ιδιαίτερα με τις ξενοδοχειακές μονάδες αλλά και τα ενοικιαζόμενα δωμάτια. Πώς θα περιγράφατε το φαινόμενο που έχει δημιουργηθεί στη χώρα με τα Airbnb και πώς προβλέπετε να εξελιχθεί στο μέλλον;
Καταρχάς νομίζω ότι δεν μπορεί κανείς να εξετάσει αυτό το ζήτημα μονόπλευρα. Υπάρχουν περιπτώσεις όπως ας πούμε μικρά νησιά ή απομακρυσμένες περιοχές, όπου η βραχυχρόνια μίσθωση έχει παίξει έναν καλό και θετικό ρόλο δίνοντας τη δυνατότητα να υπάρχει τουρισμός σε αυτά τα μέρη.
Από την άλλη πλευρά, σε ώριμους προορισμούς αυτό που παρατηρούμε είναι ότι με τη βραχυχρόνια μίσθωση έχουν δημιουργηθεί διάφορα προβλήματα, όπως η απόσυρση καταλυμάτων από την αγορά, με αποτέλεσμα οι εποχιακοί εργαζόμενοι να μη βρίσκουν πού να μείνουν ή να είναι τόσο ακριβά που να μην μπορούν. Το δεύτερο πρόβλημα που παρατηρούμε είναι ότι κάποιος που διαμένει σε κατάλυμα βραχυχρόνιας μίσθωσης για να πάει οπουδήποτε συνήθως χρειάζεται αυτοκίνητο. Άρα θεωρούμε ότι αυτό έχει συμβάλλει στην αύξηση της κυκλοφορίας στα νησιά και στη δημιουργία κυκλοφοριακού προβλήματος εκεί που δεν υπήρχε παλιότερα.
Και τέλος, υπάρχει το θέμα του αθέμιτου ανταγωνισμού, ειδικά στα ζητήματα απασχόλησης, όπου το καθεστώς είναι πιο άτυπο σε σύγκριση με ένα μεγάλο οργανωμένο ξενοδοχείο.
Παράλληλα, ένα άλλο πολύ σημαντικό ζήτημα στο θέμα του ανταγωνισμού, είναι πως δεν μπορούμε να συγκρίνουμε κάποιον που νοικιάζει ένα διαμέρισμα και συμπληρώνει το εισόδημά του, με κάποιον που αγοράζει μια ολόκληρη πολυκατοικία και τη μετατρέπει σε καταλύματα βραχυχρόνιας μίσθωσης. Εκεί ουσιαστικά είναι μια ξενοδοχειακή επιχείρηση και δεν μπορεί να διαφέρει το πλαίσιο λειτουργίας της από ένα ξενοδοχείο.
Για αυτό το λόγο, θεσμικά πλέον δεν μπορεί κάποιος να έχει μία πολυκατοικία ολόκληρη σαν ιδιώτης, αλλά πρέπει να ασκεί επιχειρηματική δραστηριότητα. Επίσης σε κάποιες χώρες για να βάλεις ένα διαμέρισμα μιας πολυκατοικίας σε βραχυχρόνια μίσθωση πρέπει να είναι σύμφωνη η πλειοψηφία της πολυκατοικίας. Εκτός αν το διαμέρισμα έχει ξεχωριστή είσοδο, που σε αυτή την περίπτωση το κάνεις ανεξάρτητα. Δηλαδή μπορούν να μπουν διάφορες δικλείδες ασφαλείας προκειμένου να γίνεται αυτή η δραστηριότητα με έναν τρόπο ο οποίος θα είναι ωφέλιμος για όλους.
Δεν μπορούμε να ξέρουμε με σιγουριά πώς θα εξελιχθεί αυτό το φαινόμενο, ωστόσο σε πολλές χώρες σιγά σιγά μπαίνουν διάφοροι περιορισμοί και θα πρέπει να δούμε ποια θα είναι τα αποτελέσματα τους.
Προς το παρόν το φαινόμενο αναπτύσσεται, αλλά νομίζω πως ίσως έχει φτάσει το όριό του και μάλλον δε θα έχει πια την ανάπτυξη που είχε τα τελευταία χρόνια. Και επειδή αναμφισβήτητα είναι άλλο ένα τουριστικό προϊόν, πρέπει κανείς να δει πώς θα το εντάξει στην τουριστική δραστηριότητα έτσι ώστε να μεγιστοποιηθεί το όφελος για όλους.

Έχετε τρέξει ένα πρόγραμμα σχετικά με τα «Hotels 4 climate». Πώς πιστεύετε ότι η κλιματική κρίση επηρεάζει τον τουρισμό και ποιες είναι οι προτάσεις σας για τη διαχείριση αυτού του φαινομένου;
Αναμφίβολα η κλιματική κρίση επηρεάζει τον τουρισμό. Και σε ό, τι αφορά την Ελλάδα, εκεί που βλέπουμε τις μεγαλύτερες αλλαγές είναι στο καλοκαίρι, το οποίο έχει γίνει πια πάρα πολύ ζεστό και μερικές μέρες δυσάρεστο. Αυτό που φαίνεται ότι κατά κύριο λόγο συμβαίνει, είναι ότι έχει μετατοπιστεί η περίοδος που επιλέγουν να έρθουν οι τουρίστες, και όχι τόσο το αν θα έρθουν. Το 2024 ο Σεπτέμβριος και ο Οκτώβριος, ήταν μήνες με πάρα πολύ μεγάλη αύξηση.
Από την άλλη πλευρά σε επίπεδο υποδομών, τα ακραία καιρικά φαινόμενα, όπως έχουμε δει, καταστρέφουν τις υποδομές και αυτό σημαίνει ότι χρειάζεται να χτίζονται με άλλες προδιαγραφές απ’ ότι αυτές που είχαμε τα τελευταία εκατό χρόνια. Έπειτα, το άλλο θέμα που σχετίζεται με την υπερβολική ζέστη είναι ότι τα κτίρια, τα ξενοδοχεία και οι άλλες τουριστικές εγκαταστάσεις, πρέπει να δουν πώς θα αντιμετωπίσουν το ενεργειακό κόστος προκειμένου να εξισορροπηθεί η αύξηση στη ζέστη. Γιατί υπάρχουν περιπτώσεις που ακόμα κι αν προσπαθήσεις να αντιμετωπίσεις το φαινόμενο με κλιματισμό, μπορεί να είναι τόσο έντονο που θα πρέπει να δεις άλλα πράγματα, για παράδειγμα σε θέματα μονώσεων.
Σε αυτό το πλαίσιο, εμείς προτείνουμε μέτρα πιο φιλικά προς το περιβάλλον, και μάλιστα πριν λίγους μήνες κυκλοφορήσαμε ένα δεκάλογο ο οποίος απευθυνόμενος κατά κύριο λόγο στα ξενοδοχεία, αναφέρει πρακτικές που μπορεί να κάνει ο ξενοδόχος μόνος του μέσα στη μονάδα του, χωρίς να χρειαστεί βοήθεια ή υποστήριξη από το κράτος ή την τοπική αυτοδιοίκηση.
Ακόμη, κάναμε μια έρευνα σε συνεργασία με την εταιρεία Deloitte και αυτό που είδαμε είναι ότι οι μεγαλύτερες επιχειρήσεις έχουν λιγότερη δυσκολία στο να προσαρμοστούν και να αντιμετωπίσουν τα θέματα της κλιματικής αλλαγής. Αντίθετα, φάνηκε ότι οι μικρότερες επιχειρήσεις έχουν πολύ σοβαρότερα θέματα γιατί δεν έχουν τη διοικητική δομή προκειμένου να ανταποκριθούν σε αυτές τις ανάγκες. Αυτό είναι ένα πολύ σοβαρό θέμα που θα πρέπει να απασχολήσει κυρίως την Πολιτεία σε ό, τι αφορά τους κανονισμούς που βάζει για μικρά ή μεγάλα καταλύματα, διότι τα μικρά καταλύματα προσφέρουν και δημιουργούν μια διαφορετική εικόνα του προορισμού.
Δεδομένου των στοιχείων σας αναφορικά με την επισκεψιμότητα στη χώρα μας, πώς προβλέπετε ότι θα κινηθεί η φετινή τουριστική σεζόν και πού οφείλονται τα συμπεράσματά σας;
Μέχρι πριν λίγες μέρες ήμασταν αισιόδοξοι ότι η φετινή τουριστική κίνηση θα είναι τουλάχιστον στα επίπεδα του 2024 και μάλλον λίγο παραπάνω, βάσει των θέσεων που προβλέπουν οι αεροπορικές εταιρείες για πτήσεις προς την Ελλάδα από το εξωτερικό. Τώρα, με την αναταραχή που επικρατεί στην παγκόσμια οικονομία, μετά τους δασμούς της αμερικανικής κυβέρνησης, είμαστε πιο επιφυλακτικοί και θα περιμένουμε λίγο να δούμε πώς θα εξελιχθούν τα πράγματα. Είναι πάρα πολλοί οι αστάθμητοι παράγοντες που παίζουν ρόλο, και για αυτό είναι ακόμη δύσκολο να έχει κανείς εικόνα.
Πέρα από την αναστάτωση που υπάρχει ειδικά στην αμερικανική οικονομία, η οποία μάλλον θα επιδράσει αρνητικά, έχουμε κάποια άλλα στοιχεία που μπορεί να εξισορροπήσουν τουλάχιστον την ευρωπαϊκή αγορά. Για παράδειγμα, η μείωση της τιμής του πετρελαίου σε συνδυασμό με την υποτίμηση του δολαρίου, μάλλον κάνουν το αεροπορικό ταξίδι φθηνότερο και άρα πιο ελκυστικό. Επίσης παρατηρείται τις τελευταίες μέρες μια κατακόρυφη μείωση του ενδιαφέροντος των ευρωπαίων να πάνε προς την Αμερική, γεγονός που αυξάνει τις πιθανότητες αυτοί να στραφούν σε ευρωπαϊκούς προορισμούς.
Βέβαια, ο μεγαλύτερος ανασταλτικός παράγοντας είναι η ευρύτερη αβεβαιότητα που επικρατεί, η οποία αναστέλλει αποφάσεις, επενδύσεις, και άλλες επιχειρηματικές δραστηριότητες και δαπάνες.